Κυριακή 7 Μαρτίου 2010

Η Χώρα του ονείρου.

Αγαπημένη vipera η χώρα του ονείρου ήταν το ποιήμα που αρχικά είχα στο μυαλό μου, ίσως όμως λόγω ψυχολογίας να δημοσίευσα το άκρως συγκινητικό και ρομαντικό ποιήμα της Άνναμπελ Λη...Ανθή ναι νομίζω ότι θα σου αρέσει πολύ ο Πόε!!

Ιδού λοιπόν και η χώρα του ονείρου:
Η χώρα του ονείρου
Από δρόμο έρημο και σκοτεινό,
Στοιχειωμένο μοναχά από μοχθηρούς αγγέλους,
Που,με τ'όνομα ΝΥΧΤΑ,Φάντασμα
Ευθυτενές,σε μαύρο θρόνο βασιλεύει,
Ξανάρθα σε τούτη τη στεριά
Από μια ύστατη κάταχνη Θούλη-
Από άγριο αλλόκοσμο τόπο,μεγαλειώδη,
Έξω απ'το ΧΩΡΟ-έξω απ'το ΧΡΟΝΟ.

Απύθμενες κοιλάδες και απέραντοι χείμαρροι,
Και βάραθρα,και σπήλαια,και τιτάνια δάση,
Με μορφές που άνθρωπος κανείς δεν θα ανακαλύψει
Απ'τις δροσοσταλίδες που ολόγυρα σκορπούν
Aτέρμονα βουνά γκρεμίζονται
Σε θάλασσες χωρίς ακτή
Θάλασσες αδιάκοπα ορθώνονται,
Εφορμούν,σε πύρινους ουρανούς
Λίμνες αέναα απλώνουν
Τα μοναχικά νερά τους-μοναχικά και νεκρά,-
Τα ακίνητα νερά τους-ακίνητα και ψυχρά
Απ'τις χιονονιφάδες του λυγισμένου κρίνου.

Πλάι στις λίμνες που έτσι απλώνουν
Τα μοναχικά νερά τους,μοναχικά και νεκρά,-
Τα λυπημένα νερά τους,λυπημένα και ψυχρά
Απ'τις χιονονιφάδες του λυγισμένου κρίνου,-
Πλάι στα βουνά-πλάι στο ποτάμι
Που κελαρύζει ήρεμα,που κελαρύζει διαρκώς,-
Πλάι στα ζοφερά δάση,-πλάι στο βάλτο
Που κρύβονται ο φρύνος και ο τρίτωνας,-
Πλάι στις θλιβερές λιμνούλες και τους λάκκους
Που ζουν οι νεκροφάγοι δαίμονες,-
Πλάι σε κάθε πιο ανόσιο μέρος-
Σε κάθε πιο μελαγχολική γωνιά,-
Εκεί ο ταξιδιώτης συναντά κατάπληκτος
Τυλιγμένες Θύμησες από το Παρελθόν-
Σαβανωμένες μορφές που ξεπηδούν και κλαίνε
Καθώς τον διαβάτη προσπερνούν-
Λευκοντυμένες μορφές φίλων,παραδομένες καιρό
Σε οδύνη,στη Γη-και στα Ουράνια.

Για την καρδιά που οι δυστυχίες είναι σωρός
Είναι μια ήρεμη,γαλήνια χώρα-
Για το πνεύμα που βαδίζει μέσα στη σκιά
Είναι-ω!Είναι ένα Ελδοράδο!
Μα ο ταξιδιώτης,που προχωρά,ελεύθερα
Δεν μπορεί-δεν τολμά να την κοιτάξει
Ποτέ τα μυστήρια δεν αποκαλύπτονται

Σε ανθρώπου μάτι αδύναμο ανοιχτό
Αυτή είναι η βούληση του βασιλιά που απαγόρευσε
Το σήκωμα του κροσσωτού βλεφάρου
Έτσι η θλιμμένη Ψυχή που εδώ περνά
Με δίοπτρα μαυρισμένα την κοιτά.

Από δρόμο έρημο και σκοτεινό,
Στοιχειωμένο μοναχά από μοχθηρούς αγγέλους,
Που,με τ'όνομα ΝΥΧΤΑ,Φάντασμα
Ευθυτενές,σε μαύρο θρόνο βασιλεύει,
Στο σπίτι μου γύρισα ξανά
Από τούτη την ύστατη Θούλη.



2 σχόλια:

Vipera Lebetina είπε...

Fotonio χαίρομαι που το σχόλιό μου έγινε κατά κάποιο τρόπο πηγή έμπνευσης αυτής της πολύ ωραίας ανάρτησης!
Και εγώ πιστεύω πως θα της αρέσει ο Πόε!!
Φιλιά και καλό απόγευμα!

Unknown είπε...

Όντως....!!!!! Τα ποιήματά του είναι πολύ ωραία...!!! Είναι αέρινα και <>, σε χαλαρώνουν και σε ταξιδεύουν στην εξιδανικευμένη μορφή της ανθρώπινης ζωής...!!

Δημοσίευση σχολίου