Η χαρά
Είναι ώραι, στιγμή Παραδείσου,
ότε φάσματα παύουν θολά
και τα πάντα θέαται καλά
η ψυχή σου.
Φεύγει τότε ο νους και η κρίσις
η καρδιά γλυκύθυμος ζει
και μ'αυτήν εορτάζει μαζί
όλ'η Φύσις.
Πλημμύρις αισθημάτων ωραίων
αναπάλλει το στήθος γλυκύ
και καλείσαι και είσαι εκεί,
Ανακρέων.
Η νεότης λαμπρά σε ποτίζει
θείον νέκταρ αφάτου χαράς
και των πόθων ευώδης βορράς
παιανίζει.
Η ψυχή αναλύετ'εις μύρον,
και θανάτους, θεούς λησμονείς
και μεθύσκεις εντός ηδονής
ως ονείρων.
Σταμάτα η ζωή παραφόρως
ευθυμούσα φαιδρά, ως ευρών
σταματά προσχαρής,θησαυρόν
οδοιπόρος.
Πλην, πριν έτει καλώς ευννοήσω
ότι έχαιρον, φεύγ'η χαρά!
Φευ! καθώς αστραπή τις περά...
Πώς θα ζήσω;
Η χαρά μας εδώ η βραχεία
αντανάκλασις είναι αυτής,
ην συ άνω,Θεέ μου, κρατείς;
Φαντασια...
Την χαράν-θεωρώ ειρωνείαν΄
μετά μέλιτος γεύσιν πολλήν
τα λοιπά ανευρίσκεις χολήν
και ανίαν.
Σπυρίδων Βασιλειάδης
Λ. Πολίτη, Ποιητική Ανθολογία, τόμ.4, Δωδώνη
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου